θυμιάζω

θυμιάζω
-ιασα και -ίασα, -ιάστηκα, θυμιασμένος, -η, -ο, θυμιατίζω.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • θυμιάζω — pres subj act 1st sg θυμιάζω pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμιάζω — (ΑΜ θυμιάζω) θυμιατίζω, καίω θυμίαμα, καπνίζω με θυμίαμα. [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. παράλλ. τ. τού θυμιώ] …   Dictionary of Greek

  • θυμιαζομένων — θυμιάζω pres part mp fem gen pl θυμιάζω pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμιάζουσιν — θυμιάζω pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) θυμιάζω pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεθυμιασμένον — θυμιάζω perf part mp masc acc sg θυμιάζω perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεθυμιασμένων — θυμιάζω perf part mp fem gen pl θυμιάζω perf part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐθυμίαζον — θυμιάζω imperf ind act 3rd pl θυμιάζω imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμιαζόμενα — θυμιάζω pres part mp neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμιάζων — θυμιάζω pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεθυμιασμένη — θυμιάζω perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”